Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2014


πέντε δέκα δεκαπέντε είκοσι εικοσιπέντε τριάντα τριανταπέντε σαράντα σαράντα πέντε πενήντα πενήντα πέντε εξήντα εξήντα πέντε εβδομήντα εβδομήντα πέντε ογδόντα ογδόντα πέντε ενενήντα ενενήντα πέντε εκατό





Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014

Όταν ο παππούς δεν έβρεχε καραμέλες, γκοφρέτες και φουντούνια από το πάνω μπαλκόνι, έλεγε ποιήματα και ιστορίες του Σουρή.
Τον πρόλογο τον συνόδευαν φράσεις απογοήτευσης για αυτά που λέει στα παιδιά. Της γιαγιάς. 
Μαζεύεις τα σάλια απ την καραμέλα στο μανίκι και πας κοντά. Εκείνος πέρνει ύφος αφηγητή. 
Μιά φορά  ο Σουρής , προς έκπληξή του, έλαβε μια πρόσκληση σε δείπνο του Μεγαλειότατου. Αυτό που δεν ήξερε ήταν η πρόθεση αποκλεισμού.
Οι καλεσμένοι ήταν εκεί, όλοι ορκισμένοι σε σιγή. Μπαίνει λοιπόν στην αίθουσα της δεξίωσης ο Σουρής όπου δεν μιλάει κανείς.
Με συνεπή ευγένεια λόγων και κινήσεων, χαιρετάει ,  καλησπέρα σας Μεγαλειότατε, καλησπέρα σας Μεγαλειοτάτη, καλησπέρα σας, Κυρίες και Κύριοι.
Μιλιά. Κανείς.
Επαναλαμβάνει, Καλησπέρα σας Μεγαλειότατε, καλησπέρα σας Μεγαλειοτάτη, καλησπέρα σας, Κυρίες και Κύριοι.
Τσιμουδιά.
Ξανά. Καλησπέρα σας μεγαλειότατε, καλησπέρα σας Μεγαλειοτάτη, καλησπέρα σας, Κυρίες και Κύριοι. Καμιά αντίδραση.
Κοιτάζει τον χώρο, προχωράει, το μόνο που αναγνωρίζει στην παρουσία του είναι το πάτωμα που απαντά σε κάθε του βήμα, φτάνει στο κέντρο της αιθούσης, κατεβάζει τα βρακιά του και λέει, " Ε.. ρε ερημιά για χέσιμο".

*